Είναι πολύ δύσκολο για τον καθένα μας να δεχτεί μια γνώμη ή εκτίμηση όταν είναι πολύ διαφορετική από τη δική του.
Η πολιτική είναι ένα πεδίο που ενδείκνυται για παραδείγματα ατελείωτων αντιπαραθέσεων με βάση τη διαφορετική εκτίμηση για το
«Ποια πολιτική θα έπρεπε να εφαρμοστεί πάνω στη σημερινή κατάσταση»,
«Πόσο μεγάλο θα έπρεπε να είναι το κράτος και πόσο έντονη η παρεμβατικότητά του στην αγορά»,
«Πώς θα βγει η Ελλάδα από αυτή την κατάσταση»,
«Συνεργασία ή κόντρα με το κουαρτέτο»,
«Ευρώ ή δραχμή»…;
Σε οποιοδήποτε από αυτά τα ερωτήματα οι περισσότεροι είναι σίγουροι για την άποψη τους και πιθανόν να βλέπουν όποιον διαφωνεί ως «ηλίθιο», «ανενημέρωτο», «φανατισμένο» έως και «προδότη»!
Και όσο δυσκολότερη η κατάσταση, όπως αυτή που ζούμε την Ελλάδα της τελευταίας 6ετίας, τόσο δυσκολότερο για κάποιον να παραμείνει μετριοπαθής και να δει και το δίκιο και της αντίθετης γνώμης.
Πιέζεται από την κατάσταση και συνήθως φανατίζεται.
Προφανώς και εγώ έχω μια γνώμη, σχεδόν για τα πάντα που ζούμε. Όπως και εσείς. Αλλά δε με ενδιαφέρει να την επικοινωνήσω ή να επηρεάσω κανέναν.
Αυτό που αυτές οι γραμμές κειμένου θέλουν να πουν είναι ότι από την πλευρά του καθενός και οι δύο που εκάστοτε διαφωνούν έχουν δίκιο. Και όσοι σκέφτονται λογικά (σύμφωνα με τη δική τους λογική πιθανότατα, όχι την κοινή) και όσοι θέλουν να ελπίζουν στο θαύμα ή την ανατροπή.
Δεν μπορείς να κατηγορήσεις κάποιον που δεν ελπίζει σε τίποτα. Όπως δεν μπορείς να κατηγορήσεις τον άλλο που επιλέγει να ελπίζει για τα πάντα.
Μπορεί να το κάνει για να μην απογοητευτεί σε βαθμό κατάθλιψης. Ας το σεβαστούμε. Αυτό που όμως πρέπει ο καθένας μας να ξεχωρίζει για τον εαυτό του, είναι σε ποια κατηγορία ενσυνείδητα ανήκει.
Αν είσαι με τη λογική, να το ξέρεις. Αν είσαι με την ελπίδα, για τους λόγους σου, πάλι να το ξέρεις.
Όχι όμως να διεκδικείς και τα δύο. Δε γίνεται.
Τότε είσαι αντικειμενικά… παράλογος.